δειματοποιός: Difference between revisions

big3_10
(6_18)
(big3_10)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δειματοποιός''': -όν, προξενῶν φόβον, Σχ. Εὐρ. Ἑκ. 69 (πρβλ. [[δειματόω]];)
|lstext='''δειματοποιός''': -όν, προξενῶν φόβον, Σχ. Εὐρ. Ἑκ. 69 (πρβλ. [[δειματόω]];)
}}
{{DGE
|dgtxt=-όν [[que produce miedo]], [[terrorífico]] Sch.E.<i>Hec</i>.70D.
}}
}}