δελεαστικός: Difference between revisions

big3_10
(6_10)
(big3_10)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''δελεαστικός''': -ή, -όν, [[θελκτικός]], [[μαγευτικός]], [[ἀπατηλός]], Κλήμ. Ἀλ. 487.- Ἐπίρρ. –κῶς, αὐτ.
|lstext='''δελεαστικός''': -ή, -όν, [[θελκτικός]], [[μαγευτικός]], [[ἀπατηλός]], Κλήμ. Ἀλ. 487.- Ἐπίρρ. –κῶς, αὐτ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[seductor]] φαντασίαι Clem.Al.<i>Strom</i>.2.20.111, θυμίασμα Cyr.H.<i>Catech</i>.12.34.<br /><b class="num">2</b> adv. -ῶς [[seductoramente]] δ. ἐπιβουλεύουσα Clem.Al.<i>Strom</i>.2.20.120.
}}
}}