ἐκμελαίνομαι: Difference between revisions

big3_13
(6_20)
(big3_13)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκμελαίνομαι''': παθ., [[γίνομαι]] κατάμαυρος, Κλήμ. Ἀλ. 45.
|lstext='''ἐκμελαίνομαι''': παθ., [[γίνομαι]] κατάμαυρος, Κλήμ. Ἀλ. 45.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[oscurecerse]] las nubes en invierno, Heraclit.<i>All</i>.39, τόπος ὑπὸ ταύτης (νυκτός) Heraclit.<i>All</i>.45<br /><b class="num">•</b>[[ennegrecerse]] (καπνός) ᾧ ... τυφόμενοι ἐκμελαίνονται de ídolos, Clem.Al.<i>Protr</i>.4.51.
}}
}}