ἐλαιακόνη: Difference between revisions

big3_14b
(6_9)
(big3_14b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐλαιᾰκόνη''': ἡ, [[ἀκόνη]] ἐν ᾗ ἀκονῶσι δι’ ἐλαίου, κοινῶς «λαδάκονον», Λατ. cos olearia, ἀντίθετον τῷ cos aquaria, «νεράκονον»˙ τῆς ἐλαιακόνης τὸ [[ἀπότριμμα]] Παῦλ. Αἰγ. σ. 245. 52.
|lstext='''ἐλαιᾰκόνη''': ἡ, [[ἀκόνη]] ἐν ᾗ ἀκονῶσι δι’ ἐλαίου, κοινῶς «λαδάκονον», Λατ. cos olearia, ἀντίθετον τῷ cos aquaria, «νεράκονον»˙ τῆς ἐλαιακόνης τὸ [[ἀπότριμμα]] Παῦλ. Αἰγ. σ. 245. 52.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ης, ἡ<br />[[aguzadera]] o [[piedra de afilar]] cuya limadura mezclada con aceite se usaba en el tratamiento de alopecias, Paul.Aeg.7.3 (p.238).
}}
}}