γαλακτοκήλη
From LSJ
Λυποῦντα λύπει, καὶ φιλοῦνθ' ὑπερφίλει → Illata mala repende; amantem magis ama → Den kränke, der dich kränkt, und liebe den, der liebt
η
επιπλοκή του θηλασμού, που χαρακτηρίζεται από μία ή πολλές κυστικές διευρύνσεις τών γαλακτοφόρων πόρων του μαστού.