δερμοειδής
From LSJ
ἐβόα καὶ βαρβαρικῶς καὶ Ἑλληνικῶς → shouted out both in Persian and Greek, shouted out in the barbarian tongue and in Greek
Greek Monolingual
-ές
ο δερματοειδής.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1879 στον Γ. Καραμήτσα].
ἐβόα καὶ βαρβαρικῶς καὶ Ἑλληνικῶς → shouted out both in Persian and Greek, shouted out in the barbarian tongue and in Greek
-ές
ο δερματοειδής.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1879 στον Γ. Καραμήτσα].