τῶν οἰκιῶν ὑμῶν ἐμπιπραμένων αὐτοὶ ᾄδετε → your homes are on fire and all you can do is sing
-η, -ο (AM ἐννεαδάκτυλος, -ον)1. αυτός που έχει εννέα δάκτυλα2. ζωολ. (ο πληθ. του ουδ. ως ουσ.) τα εννεαδάκτυλαζώα που έχουν εννέα δάκτυλα ή εννέα δακτυλοειδή προσαρτήματα.