αιλουροβοσκός
Greek Monolingual
αἰλουροβοσκός, ο (Α)
(στην Αίγυπτο) αυτός που φροντίζει τους αίλουρους, τις ιερές γάτες (η λέξη απαντά σε επιγραφή).
αἰλουροβοσκός, ο (Α)
(στην Αίγυπτο) αυτός που φροντίζει τους αίλουρους, τις ιερές γάτες (η λέξη απαντά σε επιγραφή).