κῶς ταῦτα βασιλέϊ ἐκχρήσει περιυβρίσθαι → how will it be good enough for the king to be insulted with these things
θακῶ, -έω, ιων. και δωρ. τ. θωκῶ, -έω (Α) θάκος
1. κάθομαι («έν θρόνῳ θωκέων», Ηρόδ.)
2. κάθομαι στον βωμό ως ικέτης («βώμιος θακεῑς», Ευρ.).