πολλὰ δ' ἄναντα κάταντα πάραντά τε δόχμιά τ' ἦλθον → and ever upward, downward, sideward, and aslant they went
ὁ, θηλ. θωπεύτρια θωπεύωαυτός που χαϊδεύει ή κολακεύει κάποιον, ο κόλακας.