Ὁ μὴ δαρεὶς ἄνθρωπος οὐ παιδεύεται → Male eruditur ille, qui non vapulat → nicht recht erzogen wird ein nicht geschundner Mensch
ο
1. αυτός που τρώγει πολλά κρεμμύδια
2. το έντομο κρομμυδοφάγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρεμμύδι + -φάγος (< θ. -φαγ-, πρβλ. ἔ-φαγ-ον, αόρ. του ἐσθίω), πρβλ. ανθρωπο-φάγος, χορτο-φάγος.