κυβέρνια

From LSJ
Revision as of 06:42, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (22)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits

Source

Greek Monolingual

τα κυβερνώ
1. η διαχείριση τών υποθέσεων του σπιτιού
2. ο πορισμός τών προς το ζην
3. οι προμήθειες τροφίμων που υπάρχουν στο σπίτι, ιδίως σε αγροτικές οικογένειες.