λιγοφαγία
From LSJ
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
Greek Monolingual
και ολιγοφαγία (Α ὀλιγοφαγία) ολιγοφάγος
το να τρώγει κανείς λίγο.
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
και ολιγοφαγία (Α ὀλιγοφαγία) ολιγοφάγος
το να τρώγει κανείς λίγο.