Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ἄναρκτος, -ον (Α) άρχωαυτός που δεν υποτάσσεται ή δεν έχει υποταχθεί σε άλλον, που δεν εξουσιάζεται ή δεν ανέχεται να εξουσιάζεται από άλλον.