ανδρολέτειρα
From LSJ
ὕδωρ δι' ἀκριβείας ἐστί τινι → water is scarce for someone
Greek Monolingual
ἀνδρολέτειρα, η (Α)
φονική, θανατηφόρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανήρ, ανδρός + ολέτειρα < όλλυμι «καταστρέφω»].
ὕδωρ δι' ἀκριβείας ἐστί τινι → water is scarce for someone
ἀνδρολέτειρα, η (Α)
φονική, θανατηφόρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανήρ, ανδρός + ολέτειρα < όλλυμι «καταστρέφω»].