αρχιλιμενοφύλακας

From LSJ
Revision as of 06:58, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (6)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fidesVertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht

Menander, Monostichoi, 115

Greek Monolingual

ο
βαθμός υπαξιωματικού του λιμενικού σώματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχι- + λιμενοφύλαξ(-κας). Ο τ. αρχιλιμενοφύλακες μαρτυρείται από το 1896 στα Βασιλικά διατάγματα].