βουτυρόγαλα

Revision as of 07:01, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (7)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

το
το θρεπτικό υγρό που παραμένει μετά τη βουτυροποίηση και απομάκρυνση των λιπαρών στερεών συστατικών της κορυφής της κρέμας ή του γάλακτος.