ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ → be hospitable to guests; you too will be a guest
τοβοτ. κν. ονομασία ειδών του γένους ίασμος.[ΕΤΥΜΟΛ. Δάνεια λ. < τουρκ. yasemin < (περσ.) jasᾱmin].