διαπύηση
From LSJ
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
Greek Monolingual
η (Α διαπύησις, -εως) διαπυώ
σχηματισμός ή ροή πύου σε φλεγμονή.
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
η (Α διαπύησις, -εως) διαπυώ
σχηματισμός ή ροή πύου σε φλεγμονή.