επαγγελματίας
Greek Monolingual
ο επάγγελμα
αυτός που ασκεί ένα επάγγελμα για βιοπορισμό και, σε στενότερη έννοια, αυτός που ασκεί επάγγελμα το οποίο υπάγεται στην αρμοδιότητα του επαγγελματικού επιμελητηρίου.
ο επάγγελμα
αυτός που ασκεί ένα επάγγελμα για βιοπορισμό και, σε στενότερη έννοια, αυτός που ασκεί επάγγελμα το οποίο υπάγεται στην αρμοδιότητα του επαγγελματικού επιμελητηρίου.