Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace
ἑτεροιῶ, -όω (ΑΜ) ετεροίοςαρχ.1. καθιστώ κάτι διαφορετικό κατά το είδος2. (η μτχ. ουδ. στον πληθ. ως ουσ.) τὰ ἑτεροιούμεναοι μυθολογικές μεταμορφώσεις (τίτλος έργου του Νικάνδρου).