Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile
(Μ θρέφω)1. τρέφω2. επουλώνομαι.[ΕΤΥΜΟΛ. < τρέφω, αναλογικά προς τα θρέψω, έθρεψα].