θηριόστερνος

From LSJ
Revision as of 07:18, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (17)

Ἐπιλανθάνονται πάντες οἱ παθόντες εὖ → Cunctis memoria est fluxa, quis factum bene est → Vergesslich alle, denen Gutes widerfährt

Menander, Monostichoi, 170

Greek (Liddell-Scott)

θηριόστερνος: -ον, ἔχων στέρνον θηρίου ἀγρίου, Νικήτ. Εὐγεν. 4. 178.

Greek Monolingual

θηριόστερνος, -ον (Μ)
αυτός που έχει καρδιά θηρίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θηρίο + -στερνος (< στέρνον), πρβλ. ευρύ-στερνος, λασιό-στερνος].