τῷ πυρὶ τῆς ὁδοῦ τεκμαιρόμενοι → judging of the road by the fire
και μήλιγγας, οη μήνιγγα.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. του μήνιγγα, κατά τα αρσ. σε -ας].