Ῥᾷον φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Facilius ferre oportet, quae incidunt mala → Recht leicht musst du das Schicksal tragen, das dich trifft
ο
ποταμός που χύνεται σε άλλο μεγαλύτερο ποταμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + ποταμός. Η λ. μαρτυρείται από το 1859 στον Αν. Πολυζωίδη].