Ὁ μηδὲν εἰδὼς οὐδὲν ἐξαμαρτάνει → Quicumque nihil (nil) scit, ille vir peccat nihil → Ein Mann, der ohne Wissen ist, macht auch nichts falsch
το, Ν(διαλ. τ.) μικρό πόδι.[ΕΤΥΜΟΛ. < πόδι + υποκορ. κατάλ. -αρέλι (πρβλ. παιδ-αρέλι)].