Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίων † τὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort
[Seite 684] verschafft, erworben, zu verschaffen, zu erwerben.
ποριστός: -ή, -όν, ὃν δύναταί τις νὰ πορίσῃ ἢ νὰ πορισθῇ, Γλωσσ.
-ή, -όν, Α πορίζω
αυτός τον οποίο μπορεί κανείς να εξοικονομήσει.