Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ραμνώδης

From LSJ
Revision as of 12:25, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (36)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ψυχὴν ἔθιζε πρὸς τὰ χρηστὰ πράγματα → Ita tempera animum, ut rebus assuescat bonis → Gewöhne deine Seele nur an Nützliches

Menander, Monostichoi, 548

Greek Monolingual

-ες, Ν
(το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.) τα ραμνώδη
βοτ. τάξη αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών με 1.550 περίπου είδη τών τροπικών και εύκρατων περιοχών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. rhamnales (< ῥάμνος)].