σημασιολογία
From LSJ
Οἱ βασιλεῖς τῇ ἐγκυκλοπαιδείᾳ, αὐτὴ τοῖς βασιλεῦσι (Salamanca inscription) → The kings for the university, and the university for the kings
Οἱ βασιλεῖς τῇ ἐγκυκλοπαιδείᾳ, αὐτὴ τοῖς βασιλεῦσι (Salamanca inscription) → The kings for the university, and the university for the kings
η, Ν
γλωσσ. κλάδος της γλωσσολογικής επιστήμης που μελετά τη σημασία, το νόημα τών λέξεων, αλλ. σημαντική.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σημασία + -λογία. Η λ. μαρτυρείται από το 1860 στον Δημ. Ι. Μαυροφρύδη].