Βιοῦν ἀλύπως θνητὸν ὄντ' οὐ ῥᾴδιον → Mortalis ullus vix sit exsors tristium → Schwer ist's für Sterbliche zu leben ohne Leid
ο, Νιδιοκτήτης σουβλατζήδικου.[ΕΤΥΜΟΛ. < σούβλα + κατάλ. -τζής (πρβλ. καφε-τζής)].