ἡ, = Lat.
A funda, belly-band, Gloss. 2 purse, PHamb. 10.34, 38 (ii A. D.).
ἡ, Α1. ζώνη2. πουγκί.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. funda «ζώνη, δίχτυ, σφενδόνη»].