ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored
γένεο: Ἐπ. ἀντὶ ἐγένου.
γένεο: Επικ. αντί ἐγένου, βʹ ενικ. αορ. βʹ του γίγνομαι.