τετρακισμύριοι
English (LSJ)
[ῡ], αι, a,
A four times ten thousand, forty thousand, X.Cyr.2.1.5, Arist. Mu.393b20.
German (Pape)
[Seite 1097] viermal zehntausend, 40000, Xen. Cyr. 2, 1, 5.
Greek (Liddell-Scott)
τετρᾰκισμύριοι: [ῡ], -αι, -α, τετράκις μύριοι, δηλ. τεσσαράκοντα χιλιάδες, Ξεν. Κύρ. 2. 1, 5, Ἀριστ. π. Κόσμ. 3, 13.
French (Bailly abrégé)
αι, α;
quarante mille.
Étymologie: τετράκις, μύριοι.
Greek Monolingual
-αι, -α, Α
σαράντα χιλιάδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετράκις + μύριοι].
Greek Monotonic
τετρᾰκισμύριοι: [ῡ], -αι, -α, τέσσερις φορές δέκα χιλιάδες, δηλ. σαράντα χιλιάδες, σε Ξεν.