τὰ ἀφανῆ τοῖς φανεροῖς τεκμαίρου → analyze the unknown based on the known
sert d’inf. ao. Pass. à ὁράω.
ὀφθῆναι: Παθ. απαρ. αορ. αʹ του ὁράω· ὀφθήσομαι, Παθ. μέλ.
ὀφθῆναι: aor. inf. к ὁράω.