ἄνθρωποι κενεῆς οἰήσιος ἔμπλεοι ἀσκοί → oh men, wineskins full of empty opinion
παχέως: ἴδε παχύς.
πᾰχέως: (compar. παχυτέρως и παχύτερον) грубо, в общих чертах Plat.