τούτου μὲν τοῦ ἀνθρώπου ἐγὼ σοφώτερός εἰμι → I am wiser than this man
ao. de ὀρύσσω.
ὤρυξα: αόρ. αʹ του ὀρύσσω.
ὤρυξα: aor. к ὀρύσσω.