συνεστίη

From LSJ
Revision as of 15:00, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4b)

Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt

Menander, Monostichoi, 329

Greek (Liddell-Scott)

συνεστίη: ἴδε συνεστώ.

Greek Monolingual

ἡ, Α
ιων. τ. βλ. συνεστίαση.

Greek Monolingual

ἡ, Α
ιων. τ. βλ. συνεστίαση.

Russian (Dvoretsky)

συνεστίη: ἡ (общее) пиршество Her.