ἀπομυξάμενος, ὦ Δῆμέ, μου πρὸς τὴν κεφαλὴν ἀποψῶ → blow your nose, Demos, and wipe your hand on my head
ἐμμᾰνῶς: (superl. ἐμμανέστατα) безумно, неистово Luc.