καμπτικόν
From LSJ
ἐγγυητής τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεως → trustworthy guarantor for the money
Russian (Dvoretsky)
καμπτικόν: τό сгиб, сочленение (δακτύλου Arst.).
ἐγγυητής τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεως → trustworthy guarantor for the money
καμπτικόν: τό сгиб, сочленение (δακτύλου Arst.).