Γέλως ἄκαιρος κλαυθμάτων παραίτιος → Grave est malum homini risus haud in tempus → Zur falschen Zeit gelacht, hat Tränen schon gebracht
-ία, -ον, και ποιητ. τ. θηλ. Σηστιάς, -άδος, Α Σηστός
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πόλη Σηστό.
Σήστιος: Σηστός сестский Dem., Plut.
II ὁ Plut. = лат. Sextius.