δύστανοι καὶ πολύμοχθοι ματέρες Ἅιδᾳ τίκτουσαι τέκνα → wretched and much-enduring mothers, giving birth to children for Hades
σάως: σάος, σῶς, Συλλ. Ἐπιγρ. 5773. 15. - Καθ’ Ἡσύχ. «σαώς· ἥλιος Βαβυλώνιοι».
σάως Aeol. praes. act. 2 sing., zie σῴζω.