die for, τινος E. Alc. 682; χθονός Id. Ph. 998, cf. Andr. 498 (anap.); abs., Id. Alc. 155.
mourir pour, gén..Étymologie: ὑπέρ, θνῄσκω.
ὑπερθνῄσκω: πεθαίνω υπέρ, με γεν. ή απόλ., σε Ευρ.
ὑπερθνῄσκω: умирать за другого Eur.: ὑ. τινός Eur. умирать за кого-л.