κακῶν ἀπέστω θάνατος, ὡς ἴδῃ κακά → of all evils let only death be absent, so he may see evils
ἐρυθραῖος, -α, -ον (AM) ερυθρός1. ερυθρός2. αυτός που βρίσκεται στην Ερυθρά Θάλασσααρχ.ο καταγόμενος από την πόλη Ερυθρές.