μνήσθητι τίς μου ἡ ὑπόστασις → remember how short my time is
ἰσχνοσκελής, -ές (Α)αυτός που έχει λεπτά σκέλη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσχνός + -σκελής (< σκέλος), πρβλ. ισο-σκελής, μακρο-σκελής].