φιλεταίριος

From LSJ
Revision as of 10:04, 23 November 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " 2/3" to " ⅔")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn

Menander, Monostichoi, 337

Greek (Liddell-Scott)

φῐλεταίριος: -ον, = φιλέταιρος, Τζέτζ. Ἀλληγ. Ἰλ. Ε. 15. ΙΙ. ὁ φιλεταίριος (πούς), μέτρον μήκους, = ⅔ τοῦ Βαβυλωνίου πήχεως, Ἀρχ. Μαθ.

Greek Monolingual

(I)
-ον, Α φιλέταιρος
1. φιλέταιρος
2. (το αρσ. ή το ουδ. ως ουσ.) ὁ φιλεταίριος ή τὸ φιλεταίριον
α) το φυτό πολεμόνιο
β) το φυτό ωκιμοειδές
γ) το φυτό απαρίνη
δ) κληματίδα
3. φρ. «φιλεταίριος πούς» — μέτρο μήκους, ισοδύναμο με τα ⅔ του βαβυλωνίου πήχεως.
(II)
ἡ, Α
φιλεταίριον.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. του φιλεταίριον, κατά τα δευτερόκλιτα θηλ.].