εὐχαρίστως
From LSJ
Ὅμοια πόρνη δάκρυα καὶ ῥήτωρ ἔχει → Lacrumae oratori eaedem ac meretrici cadunt → Von Dirne und von Redner sind die Tränen gleich
Russian (Dvoretsky)
εὐχᾰρίστως:
1) по желанию сердца, счастливо (τελευτᾶν τὸν βίον Her.);
2) благодарно, с признательностью (διακεῖσθαι πρός τινα Diod.).