φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits
subs.
P. and V. ἀδικία, ἡ ἀδίκημα, τό (Eur., Ion, 325), P. κακουργία, ἡ.
Sin: P. and V ἁμαρτία, ἡ, V. ἐξαμαρτία, ἡ, ἀμπλάκημα, τό.
Guilt: P. and V. αἰτία, ἡ.