implacably
From LSJ
Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn
Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn
adv.
Stubbornly: Ar. and P. αὐθάδως, P. σκληρῶς. Mercilessly: V. νηλεῶς, ἀνοίκτως, ἀναλγήτως, P. σχετλίως, P. and V. πικρῶς.