ἱερία

Revision as of 21:25, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

English (LSJ)

Ionic ἱερίη, v. ἱέρεια.

German (Pape)

[Seite 1240] ἡ, = ἱέρεια, nur p., z. B. Eur. Bacch. 1112 Or. 261; auch Soph., fr. 401.

French (Bailly abrégé)

poét. c. ἱέρεια.

Russian (Dvoretsky)

ἱερίᾱ: ἡ Anth. = ἱέρεια.

Greek (Liddell-Scott)

ἱερία: Ἰων. ἱερίη, ἴδε ἱέρεια.

Greek Monolingual

ἱερία, ιων. τ. ἱερίη, ἡ (Α)
η ιέρεια.

Greek Monotonic

ἱερία: ποιητ. αντί ἱέρεια.