Χρόνος δ' ἀμαυροῖ πάντα κεἰς λήθην ἄγει → Diesque celat omnia atque oblitterat → Die Zeit verdunkelt alles, gibt's dem Vergessen preis
ῥυμοτομῶ, -έω, ΝΜΑ
τέμνω πόλη σε ρύμες, χαράζω, διανοίγω δρόμους, σχηματίζω πλατείες, πάρκα και οικοδομικά τετράγωνα σε μια πόλη
αρχ.
(κατά τον Ησύχ.) «ῥυμοτομεῖται
εἰς ὀρθὸν κόπτεται».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥύμη «στενή οδός» + -τομῶ (< -τόμος < τόμος < τέμνω), πρβλ. αὐλακο-τομῶ].